- εκκλησιάρχης
- ο (Μ ἐκκλησιάρχης)επιστάτης ναού, αυτός που έχει τη γενική φροντίδα τής εκκλησίας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ραγκαβής — Επώνυμο παλιάς βυζαντινής οικογένειας, από την οποία καταγόταν και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ A’ ο Ραγκαβές. Άλλα σημαντικά μέλη της οικογένειας αυτής ήταν: 1. Αλέξανδρος Ρίζος (Κωνσταντινούπολη 1809 – Αθήνα 1892). Ποιητής, συγγραφέας, πανεπιστημιακός … Dictionary of Greek
еклисиарх — настоятель церкви , др. русск. еклисиархъ (Нестор, Жит. Феодос. и др.); см. Срезн. I, 822. Из греч. ἐκκλησιάρχης; см. Фасмер, Гр. сл. эт. 57 … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
Екклисиарх — (греч. εκκλησιαρχης) от εκκλησία церковь и άρχής глава; буквально церквеначальник, глава церкви), также экклезиарх, эклизиарх, екклесиарх церковнослужитель, наблюдающий за церковным зданием и порядком богослужения[1]. Помощник… … Википедия
εκκλησίαρχος — ο (Μ ἐκκλησίαρχος) ο εκκλησιάρχης … Dictionary of Greek
Πολυειδής ή Πολυείδης, Θεόκλητος — (Αδριανούπολη; τέλη 18ου αι. – 1754;/1759;). Έλληνας κληρικός, λόγιος και εκπαιδευτικός. Νέος χειροτονήθηκε μοναχός (το κοσμικό του όνομα ήταν Θεόδωρος) στην αγιορείτικη μονή των Ιβήρων, όπου χρημάτισε και ηγούμενος. Το 1713 χειροτονήθηκε… … Dictionary of Greek
Συρόπουλος, Σίλβεστρος — Βυζαντινός ιστορικός συγγραφέας. Λεπτομέρειες για τη ζωή του δεν είναι γνωστές. Μεγάλωσε πάντως στην Κωνσταντινούπολη, όπου πήρε καλή θεολογική και φιλοσοφική μόρφωση. Γύρω στα 1430 έγινε «μέγας εκκλησιάρχης και δικαιοφύλαξ» του Οικουμενικού… … Dictionary of Greek
eclesiarh — eclesiárh (eclesiárhi), s.m. – Cleric, sacristan. – 2. Portar. – 3. (înv.) Călugăr care administra veniturile mănăstirii. – var. (înv.) (e)clisiarh, (Trans.) clisar. ngr. ἐϰϰλησιάρχης, de la ἐϰϰλησία biserică (Murnu 19). sec. XVII. – Der.… … Dicționar Român
ЗАПЕВ — 1. Певч. исполнение начала песнопения священником или руководителем хора. О существовании традиции З. свидетельствуют указания литургических памятников начиная с XII в. Так, в рукописи 1122 г., содержащей иерусалимское последование Св. Страстей и … Православная энциклопедия